ἡμι-μέδιμνος

ἡμι-μέδιμνος

ἡμι-μέδιμνος, , ein halber μέδιμνος, Poll. 6, 160; ἡμιμέδιμνον Dem. 55, 24; τριῶν ἡμιμεδίμνων Plut. Cat. mai. 6; τρία ἡμιμέδιμνα Dicaearch. Ath. IV, 141 c, u. so VLL. – Die abgekürzte Form ἡμέδιμνον hat Phot. lex. u. Didym. bei Prisc. II p. 396.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ημιμέδιμνος — και ημιμέδιμνον ἡμιμέδιμνος και ἡμέδιμνος, ὁ και ἡμιμέδιμνον και ἡμέδιμνον, τὸ (Α) μέτρο χωρητικότητας που ισοδυναμεί με μισό μέδιμνο*, δηλαδή 22 περίπου κιλά. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + μέδιμνος] …   Dictionary of Greek

  • ημίκυπρον — ἡμίκυπρον, τὸ (Α) 1. είδος μέτρου 2. (κατά τον Ησύχ.) «ἥμισυς μέδιμνος». [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι + κύπρος (μέτρο σιτηρών)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”