πεῖραρ

πεῖραρ

πεῖραρ, ατος, τό, auch πεῖρας, poet. statt πέρας, das Ende, das Aeußerste; πείρατα γαίης, Il. 8, 478. 14, 200. 301 Od. 4, 563; die Enden der Schiffstane, die Taue selbst, ἐκ δ' αὐτοῦ πείρατ' ἀνήφϑω, 12, 51. 162. 179 h. Apoll. 129. Uebtr. das letzte Ende, Erfolg, Ziel, Ausgang; ἄμφω δ' ἱέσϑην ἐπὶ ἴστορι πεῖρας ἑλέσϑαι, Il. 18, 501, die Sache zu Ende bringen; ὕπερϑεν νίκης πείρατ' ἔχονται ἐν ἀϑανάτοισι, 7, 102, die Entscheidung des Sieges, wie πολέμου 13, 359; πεῖραρ ὀλέϑρου, die Vollendung des Verderbens, d. i. das Verderben selbst, ὀλέϑρου gen. definit., wie τέλος ϑανάτοιο, der ὄλεϑρος ist eben das πεῖραρ, 6, 143. 7, 402. 12, 79 Od. 22, 33. 41; πεῖραρ ὀϊζύος, 5, 289; so auch Pind. κέκριται πεῖρας ϑανάτου, Ol. 2, 34, der auch verbindet πείρατ' ἀέϑλων δείκνυεν, P. 4, 220, vgl. 1, 81; daher = die Hauptsache, worauf es am meisten ankommt, ἐπεὶ ᾡ παιδὶ ἑκάστου πείρατ' ἔειπεν, Il. 23, 350. Auch was einer Sache die Vollendung giebt, wie Od. 3, 433 die Werkzeuge des Goldschmiedes, mit denen er seine Arbeiten fertigt, πείρατα τέχνης heißen. – Spätere Dichter haben einzeln diese Vrbdgn nachgeahmt, wie Mel. 21 (XII, 158) ἐν σοί μοι ζωῆς πείρατα καὶ ϑανάτου.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πεῖραρ — end neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πείραρ — και πεῑρας, ατος, τὸ, Α (επικ., ιων. και λυρ. τ.) βλ. πέρας. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. πέρας] …   Dictionary of Greek

  • πέρας — το, ΝΜΑ, επικ. τ. πεῑραρ και ιων. τ. πεῑρας, ατος, Α 1. τοπ. τέλος, τέρμα 2. στον πληθ. τα πέρατα (για τη γη, τη θάλασσα ή τον κόσμο) τα έσχατα όρια («απ τού κόσμου όλα τα πέρατα», Σολωμ.) 3. χρον. τελείωμα (α. «το πέρας τής εβδομάδας» β. «πέρας… …   Dictionary of Greek

  • πείραθ' — πείρατε , πείρω pierce aor imperat act 2nd pl πείρατο , πείρω pierce aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) πείρατε , πείρω pierce aor ind act 2nd pl (homeric ionic) πεί̱ρατα , πεῖραρ end neut nom/voc/acc pl πεί̱ρατι , πεῖραρ end neut dat sg πεί̱ρατε …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πείρατ' — πείρατε , πείρω pierce aor imperat act 2nd pl πείρατο , πείρω pierce aor ind mid 3rd sg (homeric ionic) πείρατε , πείρω pierce aor ind act 2nd pl (homeric ionic) πεί̱ρατα , πεῖραρ end neut nom/voc/acc pl πεί̱ρατι , πεῖραρ end neut dat sg πεί̱ρατε …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • per-2 —     per 2     English meaning: to go over; over     Deutsche Übersetzung: “das Hinausfũhren about”     Material: A. Dient as preposition, preverb and Adverb: a. per, peri (locative of Wurzelnomens) “vorwärts, in Hinausgehen, Hinũbergehen about …   Proto-Indo-European etymological dictionary

  • άπειρος — (I) η, ο (AM ἄπειρος, ον) [πείρα] 1. αυτός που δεν έχει πείρα σε κάτι, που δεν το γνωρίζει, ο ασυνήθιστος 2. (απολ.) αδαής, αμαθής. (II) η, ο (AM ἄπειρος, ον) [πείραρ, πέρας] 1. απεριόριστος, απέραντος 2. αμέτρητος, απειροπληθής 3. το ουδ. ως ουσ …   Dictionary of Greek

  • αμύμων — ἀμύνων ( ονος), ον (Α) 1. (αρχικά ως επίθ. επίσημων ή διάσημων προσώπων και ποτέ θεών, αργότερα ως απλό τιμητικό επίθ. χωρίς να υπονοείται ηθική υπεροχή, όπως τα αξιότιμος, εξοχώτατος κ.λπ.) άμεμπτος, άψογος, εξαίρετος, έξοχος 2. (για πράγματα ή… …   Dictionary of Greek

  • απείρατος — ἀπείρατος, ον (Α) 1. αδιάβατος, ανεξερεύνητος 2. άπειρος, απέραντος. [ΕΤΥΜΟΛ. < α στερ. + πείραρ ( ατος) «τέλος, τέρμα»] …   Dictionary of Greek

  • απείρων — (I) ἀπείρων, ον (AM) [πείρα] άπειρος, αμαθής. (II) ἀπείρων, ον (Α) [πείραρ, πέρας] 1. απεριόριστος, ατελείωτος αχανής 2. αναρίθμητος, αμέτρητος 3. ο χωρίς τέλος ή διέξοδο 4. ο κυκλικός 5. (για ύπνο) βαθύς …   Dictionary of Greek

  • απειρέσιος — ἀπειρέσιος, α, ον κ. απερείσιος, α, ον (Α) 1. απεριόριστος, απέραντος 2. αναρίθμητος, πολύς 3. ανείπωτος, εξαίρετος. [ΕΤΥΜΟΛ. Και οι δύο τ. χρησιμοποιούνται για να εξυπηρετήσουν μετρικές ανάγκες, ανάλογα με τη θέση της λ. στον στίχο. Ο παράλληλος …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”