ὑγιάτης, ὁ, der Heilende, Mnesith. bei Ath. II, 36 b.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Υγιάτης — ὁ, ΜΑ (ως προσωνυμία τού Διονύσου) αυτός που χορηγεί, που παρέχει υγεία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγιής, κατά το Ἀγυιάτης] … Dictionary of Greek
ὑγιάτην — ὑγιά̱την , ὑγιάτης Health giver masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)