ὑψι-τένων

ὑψι-τένων

ὑψι-τένων, οντος, ὁ, ταῦρος, mit hochgespannten, starken Sehnen an Hals u. Nacken, Phocyl. 190; Hesych. erkl. es auch ὑψηλαύχην.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • μακροτένων — μακροτένων, οντος, ὁ (Α) αυτός που εκτείνεται σε μεγάλη απόσταση ή διάρκεια, μακρύς, σχοινοτενής, διεξοδικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + τένων (< τείνω), πρβλ. υψι τένων, χειλο τένων] …   Dictionary of Greek

  • υψιτένων — οντος, ὁ, Α 1. αυτός που έχει ισχυρούς τένοντες στον τράχηλο και τον αυχένα («ὑψιτένων ταῡρος», Ψ Φωκυλ.) 2. μτφ. κομπορρήμων, αλαζόνας. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕψι «ψηλά» + τένων* (< τείνω)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”