ὑπερ-πόντιος

ὑπερ-πόντιος

ὑπερ-πόντιος, bei Dichtern auch 3 Endgn, über dem Meere, jenseits des Meeres gelegen, daher auch ausländisch, fremd, γλῶσσαν ὑπερποντίαν Pind. P. 5, 55; Aesch. Ag. 403 Suppl. 41; φοιτᾷς δ' ὑπερπόντιος, Soph. Ant. 781.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • υπερ- — α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στην πρόθεση ὑπέρ* και εμφανίζει τις ακόλουθες σημασίες: α) πάνω, πέρα, έξω, μακριά από κάτι, με καθαρά τοπική σημασία (πρβλ. υπέρ θυρο, υπερ πηδώ, υπερ πόντιος), αλλά… …   Dictionary of Greek

  • μεσοπόντιος — μεσοπόντιος, ὁ (Α) (ως προσωνυμία τού Ποσειδώνος) αυτός που βρίσκεται στο μέσο τής θάλασσας. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο) * + πόντιος (< πόντος), πρβλ. υπερ πόντιος] …   Dictionary of Greek

  • υπερπόντιος — α, ο / ὑπερπόντιος, ία, ον, ΝΜΑ, θηλ. και ος Α αυτός που βρίσκεται ή γίνεται πέρα από τη θάλασσα, ιδίως πέρα από τον ωκεανό (α. «υπερπόντιο ταξίδι» β. «υπερπόντιες χώρες» γ. «πόθῳ δ ὑπερποντίας φάσμα δόξει δόμων ἀνάσσειν [τῆς Ἑλένης]», Αισχύλ.)… …   Dictionary of Greek

  • Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”