πετρο-τόμος

πετρο-τόμος

πετρο-τόμος, Steine schneidend, behauend, ἀκίδες, Theaet. Sch. 4 (Plan. 221); ὁ πετρ., Steinhauer, wie λαοτόμος. – Aber πετρότομος wäre »in Stein gehauen, geschnitten«.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Джарвис, Джордж — Джордж Джарвис (англ. George Jarvis, греч. Τζώρτζ Τζάρβις; 1797(1797), Альтона (ныне  в черте Гамбурга)  11 августа 1828, Аргос)  американский филэллин, генерал лейтенант греческой армии, участник Освободительной войны… …   Википедия

  • Στρέιτ — Επώνυμο ελληνικής οικογένειας νομομαθών. 1. Στέφανος (1835 – 1920). Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και τη Γερμανία και ακολούθησε έπειτα το δικαστικό κλάδο. Το 1872 παραιτήθηκε από τη θέση του και διορίστηκε διευθυντής,του υποκαταστήματος της Εθνικής …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”