ἐπί-τασις

ἐπί-τασις

ἐπί-τασις, , die Anspannung, τῶν χορδῶν, Ggstz ἄνεσις, Plat. Rep. I, 349 e u. Sp.; übertr., τῶν πόνων Theophr.; τῶν ὅρων, Ausdehnung, D. Hal.; πυρετῶν, Zunehmen, Hippocr.; ὄμβρων Pol. 4, 39, 9, wie χειμῶνος Theophr., Heftigkeit. Von der Stimme, Uebergang zu höheren Tönen, auch höherer Schwung, Uebertreibung der Rede, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τάση — Στη μηχανική σημαίνει μια δύναμη εφελκυσμού: στη μηχανική των συνεχών συστημάτων, ο όρος χρησιμοποιείται με γενικότερη έννοια και υποδηλώνει τις εσωτερικές καταπονήσεις ενός συστήματος, που υπόκειται σε παραμορφώσεις, ειδικότερα ενός σύρματος ή… …   Dictionary of Greek

  • τείνω — ΝΜΑ 1. τεντώνω (α. «τείνω το τόξο» β. «ὅρα μὴ κατὰ τὴν παροιμίαν ἀπορρήξωμεν πάνυ τείνουσαι τὸ καλώδιον», λουκιαν.) 2. φέρω προς τα εμπρός, προτείνω, προβάλλω (α. «τείνω την κεφαλή» β. «τείνω την χείρα» γ. «ἀσπίδα τείνας», Ανθ. Παλ. δ. «χεῑρας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”