- περί-σημος
περί-σημος, sehr kenntlich, ausgezeichnet, berühmt; ὁ φόνος περισαμότατος, Eur. Herc. Fur. 1017; παῖς, Mosch. 1, 6.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περί-σημος, sehr kenntlich, ausgezeichnet, berühmt; ὁ φόνος περισαμότατος, Eur. Herc. Fur. 1017; παῖς, Mosch. 1, 6.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Σήμος — Έλληνας περιηγητής και γραμματικός, που έζησε τον 3o αι. π.Χ. Λέγεται πως ήταν από τη Δήλο, γι’ αυτό και αποκαλείται Δήλιος. Ωστόσο άλλοι τον αποκαλούν Ηλείο. Έχουν σωθεί μόνον αποσπάσματα από τα έργα του Περί Περγάμου, Περί Δήλου και Περί Πάρου … Dictionary of Greek
περίσημος — ον, δωρ. τ. περίσαμος, ον, Α πολύ φημισμένος, περιώνυμος, γνωστός παντού, διαβόητος («ὁ φόνος ἦν... περισαμότατος», Ευρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + σημος (< σῆμα), πρβλ. διά σημος] … Dictionary of Greek