ἐπι-στασία

ἐπι-στασία

ἐπι-στασία, ἡ, = ἐπίστασις, 1) Aufmerksamkeit, Sp. ἐπιστασίαν ἔχειν, Aufm. verdienen, Ath. II, 66 d; vgl. Lob. zu Phryn. p. 528. – 2) das Amt eines ἐπιστάτης, Herrschaft, Strab. VIII, 365; τινός, Aufsicht über Jem., Plut. Alex. 7, neben ἀρχή de virt. mor. 1, der auch Lucull. 2 δεκτικώτερον ἐπιστασίας dem δυςαρκτότερον entgegensetzt; τῶν Καρχηδονίων D. Sic. 20, 32; übh. Amt, App.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κορμοστασιά — η η στάση τού ανθρώπινου σώματος, το παράστημα, κυρίως το λεβέντικο. [ΕΤΥΜΟΛ. < αμάρτυρο *κορμο στασία με καταβιβασμό τού τόνου και συνίζηση κορμός + στασία (< στάτης < ασθενές θ. στᾰ τού ἵστημι), πρβλ. επι στασία, ορθο στασία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”