ἄ-τῑμος

ἄ-τῑμος

ἄ-τῑμος (τιμή), 1) ungeehrt, verachtet, entehrt, ἀτιμοτάτη ϑεός Il. 1, 516; Folgde; τινός, einer Sache unwerth geachtet, Aesch. Spt. 1015; vgl. Ag. 360; Soph. O. R. 789; γερῶν, beraubt, thuc. 3, 58; schimpflich, πληγή Plat. Gorg. 527 d; ἔργα Legg. IX, 866 e; ἀτιμοτέρα ἕδρα, ein minder ehrenvoller Platz, Xen. Cyr. 8, 4, 5. – 2) nicht mit Geldwerth abgeschätzt, τοῦ νῦν οἶκον ἄτιμον ἔδεις, du verzehrst dessen Vermögen ohne Ersatz, Od. 16, 431; ungestraft, μηδ' ἐφ' ἑνὶ τῶν ἁμαρτημάτων Plat. Legg. 855 a; vgl. Aesch. Ag. 1420. – 3) der bürgerlichen Rechte beraubt, bes. in Athen ein durch Gesetz u. Richterspruch ganz od. zum Theil seiner bürgerlichen Rechte verlustig u. für ehrlos erklärter Bürger, nächst Tod u. Verbannung die härteste Strafe, gew. Ggstz ἐπίτιμος, auch ὅμοιος, Xen. Cyr. 1, 2, 24. Oft bei Xen. u. Rednern, ἄτιμον τῆς πόλεως καϑιστάναι Lys. 12, 21; vgl. bes. Andoc. 1, 75 ff,; Dem. setzt hinzu καὶ μηδενὸς τῶν κοινῶν μετέχειν 15, 32; ἄτιμος τοῦ συμβουλεύειν, der von den Rathsversammlungen ausgeschlossen ist, 15, 33; vgl. Herm. gr. Staatsalterth. §. 124 Böckh Staatsh. p. 409. Vgl. noch Dem. 9, 42 ἄτιμος καὶ πολέμιος τοῦ δήμου, von Einem, der ungestraft getödtet werden darf, geächtet, was 44 erklärt ist καϑαρὸς ὁ τοῦτον ἀποκτείνας; Harpocr. ὁ ἀποκτείνας οὐχ ὑπόκειται ἐπιτιμίῳ.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • τῖμος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τίμος — ὁ, Α (ποιητ. τ.) τιμή. [ΕΤΥΜΟΛ. Υποχωρητ. σχημ. από το ρ. τιμῶ*] …   Dictionary of Greek

  • Μωραϊτίνης, Τίμος — (1875 – 1952). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Ασχολήθηκε νωρίς με τη δημοσιογραφία, ως χρονογράφος των αθηναϊκών εφημερίδων Εμπρός, Εστία, Έθνος, Ακρόπολις κ.ά. Το 1906 έγραψε το θεατρικό έργο Μαραθώνιος δρόμος, που απέσπασε εξαιρετικά ευνοϊκές… …   Dictionary of Greek

  • Μαλάνος, Τίμος — (Κύθηρα 1897 – Λοζάνη, Ελβετία 1984). Κριτικός της λογοτεχνίας. Εγκαταστάθηκε το 1908 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα με ποιήματα. Γνώρισε τον Κωνσταντίνο Π. Καβάφη και είναι ο πρώτος που έγραψε βιβλίο για τον… …   Dictionary of Greek

  • τῖμον — τῖμος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… …   Dictionary of Greek

  • ερίτιμος — η, ο (AM ἐρίτιμος, ον) 1. (για πράγματα) αυτός που έχει μεγάλη αξία, ο πολύτιμος 2. (για πρόσωπα) εντιμότατος, αξιότιμος αρχ. το αρσ. ως ουσ. ὁ ἐρίτιμος είδος ψαριού. επίρρ... ἐριτίμως (Μ) πολύτιμα, με μεγάλη αξία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ερι (επιτ. μόριο) …   Dictionary of Greek

  • ευρύτιμος — εὐρύτιμος, ον (Α) αυτός που τιμάται παντού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ευρυ * + τιμος (< τιμή), πρβλ. ερί τιμος, ομό τιμος] …   Dictionary of Greek

  • θεότιμος — και θεοτίμος, ον (Α) θεοτίμητος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < θεο * + τιμος (< τιμή), πρβλ. αξιό τιμος, έν τιμος] …   Dictionary of Greek

  • ισότιμος — η, ο (ΑΜ ἰσότιμος, ον) 1. αυτός στον οποίο αποδίδονται οι ίδιες τιμές και τα ίδια προνόμια, αυτός που έχει τα ίδια δικαιώματα με κάποιον άλλο 2. το ουδ. ως ουσ. το ισότιμο(ν) η ισοτιμία* νεοελλ. αρχ. αυτός που έχει ίση αξία με άλλους αρχ. 1. ίσος …   Dictionary of Greek

  • Liste Des Prénoms Grecs — Sommaire 1 Origine des prénoms grecs 2 Attribution des prénoms 3 Fêtes 4 Transcription et translittération …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”