περι-είρω

περι-είρω

περι-είρω (s. εἴρω), rings umher einreihen, einfügen, περὶ γομφοὺς πυκνοὺς περιείρουσι τὰ διπήχεα ξύλα, Her. 2, 96.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • περιείρω — Α συναρμόζω, παρεμβάλλω γύρω γύρω («περὶ γόμφους πυκνοὺς καὶ μακροὺς περιείρουσι τὰ διπήχεια ξύλα», Ηρόδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + εἴρω (Ι) «συναρμόζω, παρεμβάλλω» …   Dictionary of Greek

  • περιῄρετο — περϊῄρετο , περί αἴρω attach imperf ind mp 3rd sg περϊῄρετο , περί εἴρω 2 say imperf ind mid 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • СУДЬБА —     СУДЬБА (ειμαρμένη, fatum), понятие, выражающее зависимость от обстоятельств или высших сил. Нормативный греч. термин ειμαρμένη происходит от глагола μείρομαι («получать по жребию», «получать в удел»); того же корня μέρος, μοίρα, μόρος имеющие …   Античная философия

  • λέγω — και λέω (AM λέγω, Μ και λέω) 1. εκφράζομαι με τον προφορικό λόγο, ομιλώ, λαλώ (α. «ο καθένας είπε τις απόψεις του» β. «λεγέτω μὲν οὖν περὶ αὐτοῡ ὡς ἕκαστος γιγνώσκει», Θουκ. γ. «ἔλεξαν ὑπὲρ τῶν στρατηγῶν τάδε», Ξεν.) 2. φρονώ, νομίζω (α. «τί λες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”