περι-κάρπιον

περι-κάρπιον

περι-κάρπιον, τό, das, was die Frucht od. den Samen umgiebt, Samenkapsel, Schale der Frucht; Arist. meteor. 4, 3; probl. 20, 25; τῶν ῥοιῶν, Alciphr. 3, 60; a. Sp. – Auch = Armband. Poll.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • περικάρπιο — το / περικάρπιον, ΝΑ βοτ. το σύνολο τών εξωτερικών περιβλημάτων τού καρπού που προέρχονται από τις μεταβολές τις οποίες υφίσταται η ωοθήκη μετά την γονιμοποίηση, η θήκη τού καρπού ή τού σπόρου, το λέπυρο νεοελλ. ανατ. το μέρος τού χεριού που… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”