- περι-κομιδή
περι-κομιδή, ἡ, das Herumtragen, Geopon.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-κομιδή, ἡ, das Herumtragen, Geopon.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κομιδή — (I) κομιδή, ἡ (Α) 1. φροντίδα, μέριμνα («οὐ πρασιὴ ἄνευ κομιδῆς κατὰ κῆπον», Ομ. Οδ.) 2. τα αναγκαία («οὐ κομιδὴ κατὰ νῆα ἦεν ἐπηετανός», Ομ. Οδ.) 3. τροφή 4. μεταφορά εφοδίων 5. συγκομιδή και αποθήκευση καρπών (α. «ὁρῶντες τῶν τε ἐπιτηδείων τὴν… … Dictionary of Greek