- περι-γογγύζω
περι-γογγύζω, umher murmeln od. flüstern, Phocyl. frg. 6, von der Nachrede der Mitbürger.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-γογγύζω, umher murmeln od. flüstern, Phocyl. frg. 6, von der Nachrede der Mitbürger.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιγογγύζω — Α στενάζω, βογγώ ολόγυρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + γογγύζω «βογγώ»] … Dictionary of Greek
περιτρύζω — Α γογγύζω χαμηλόφωνα, σιγοκλαίω ολόγυρα («περιτρύζουσι διηνεκὲς ἀλλήλοισι», Κόιντ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + τρύζω «μουρμουρίζω»] … Dictionary of Greek