- περι-κωμάζω
περι-κωμάζω, im κῶμος rings umherziehen, παλαίστρας, Ar. Vesp. 1025.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-κωμάζω, im κῶμος rings umherziehen, παλαίστρας, Ar. Vesp. 1025.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περικωμάζω — Α περιέρχομαι τους δρόμους τραγουδώντας εύθυμα τραγούδια με συνοδεία οργάνων. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + κωμάζω «γυρίζω στους δρόμους χορεύοντας και τραγουδώντας»] … Dictionary of Greek