περι-φείδομαι

περι-φείδομαι

περι-φείδομαι, schonen und übrig lassen; Ap. Rh. 1, 620; τινός, Plut. Luc. 3.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • περιφείδομαι — Α 1. δείχνω φειδώ και περισώζω ή διασώζω κάτι 2. προσέχω, αποφεύγω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + φείδομαι «προσέχω, διαφυλάττω»] …   Dictionary of Greek

  • πονώ — πονῶ, έω, ΝΜΑ, πονάω Ν [πόνος] 1. αισθάνομαι σωματικό άλγος, έχω πόνους («μού πονάει το στομάχι») 2. θλίβομαι, λυπάμαι, υποφέρω ψυχικά («πόσον δοκεῖς πονοῡσιν, Ἔρως, ὅσους σὺ βάλλεις», Ανακρεόντ.) 3. προξενώ θλίψη, κάνω κάποιον να λυπηθεί («μέ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”