- περι-στενάχω
περι-στενάχω, = περιστενάζω, Qu. Sm. 9, 49.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περι-στενάχω, = περιστενάζω, Qu. Sm. 9, 49.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
περιστενάχουσι — περί στενάχω groan pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) περί στενάχω groan pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιστενάχοντες — περί στενάχω groan pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιστενάχοντο — περί στενάχω groan imperf ind mp 3rd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιστενάχων — περί στενάχω groan pres part act masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιστενάχω — και περιστενάχομαι Α περιστενάζω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + στενάχω «αναστενάζω»] … Dictionary of Greek
περιστεναχώ — έω, Α αντηχώ ολόγυρα, αντιλαλώ. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + στεναχῶ, άλλος τ. τού στοναχῶ «αναστενάζω, βουίζω»] … Dictionary of Greek
περιστοναχώ — έω, Α 1. αναστενάζω γύρω από κάποιον, θρηνώ 2. αντηχώ ολόγυρα, βουίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + στοναχῶ, επικ. τ. τού στενάχω] … Dictionary of Greek