ἀντί-πολις

ἀντί-πολις

ἀντί-πολις, εως, ἡ, Gegenstadt, Nebenbuhlerin einer Stadt, Strab. III p. 169; Diod. Sic. 11, 81.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ερυσίπτολις — ἐρυσίπτολις, ὁ, ἡ (AM) ο προστάτης τής πόλης αρχ. επίθ. τής Αθηνάς («Ἀθηναίη ἐρυσίπτολι», Ομ. Ιλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < ερύω (II) + πτόλις, επικ. χ. αντί πόλις] …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • πόλη — Αστικός συνοικισμός, ο οποίος αποτελείται από ένα σύμπλεγμα δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται ή συνδέονται μεταξύ τους με δρόμους, πάρκα και πλατείες, και που κατοικείται μόνιμα από σημαντικό αριθμό ανθρώπων –που επιδίδονται σε… …   Dictionary of Greek

  • Δωριείς — Ένα από τα τέσσερα αρχαία ελληνικά φύλα, που κατά το τέλος του 12ου αι. π.Χ. ξεκίνησε από την Ήπειρο, όπου ζούσε σε πρωτόγονες, ημινομαδικές συνθήκες, μετακινήθηκε προς τα Ν και εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της ηπειρωτικής Ελλάδας και των… …   Dictionary of Greek

  • τε — ΝΜΑ (ως συμπλεκτ. σύνδ.) χρησιμοποιείται αντί τού και, στη νεοελλ. ως λόγιος τ. ιδίως σε προτάσεις που περιέχουν δύο και, αντί τού πρώτου (α. «είναι άριστος γνώστης τής τε αρχαίας και τής νεοελληνικής γλώσσας» β. «χρὴ...λαχάνων ἅπτεσθαι, κοιλίαν… …   Dictionary of Greek

  • ο — (I) ) ὅ (Α) (αρσ. τής αναφ. αντων., αντί ὅς) βλ. ος, η, ο. (II) ὅ (Α) (ουδ. τής αναφ. αντων.) βλ. ος, η, ο. (III) ὄ ὄ ὄ (Α) σχετλιαστικό επιφώνημα. η, το (ΑΜ ὁ, ἡ τό, Α δωρ. τ. θηλ. ἁ) Ι. ΚΛΙΣΗ: Α (στον εν.) 1. (γεν. τού, τής, τού (τοῡ, τῆς, τοῡ) …   Dictionary of Greek

  • φέρω — ΝΜΑ, και φέρνω Ν, και δωρ. τ. φάρω Α 1. κρατώ ή σηκώνω κάτι πάνω μου, βαστάζω (α. «φέρει έναν βαρύ σάκο στους ώμους του» β. «φέρων άξονας» γ. «χερσὶν εὐθὺς διψίαν φέρει κόνιν», Σοφ. δ. «μέγα ἔργον, ὅ οὐ δύο γ ἄνδρε φέροιεν», Ομ. Ιλ.) 2. έχω (α.… …   Dictionary of Greek

  • Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… …   Wikipedia

  • AEAEA — ita Circe dicta est (inquit Turnebus Adversar. l. 7. c. 14.) Homeri exemplô. Ductum epitheton a peninsulâ Aeâ sita ad Phasin amnen, ut idem sit ac Colchica. Sic Eustathius in 1. Odys. Αἰαίη, ἀντὶ τȏυ Κολχιχή. Αἶα γὰρ πόλις Κολχίδος παρὰ Λυκόφρονι …   Hofmann J. Lexicon universale

  • BABYLON vulgo BAGDET — BABYLON, vulgo BAGDET urbs Babyloniae regni maxima ad Euphratem fluv. etiamnum regionis caput, et sedes Praefecti. De qua praeter Auctores sparsim hîc citatos, vide Gen. c. 11. loseph. Iud. Antiq. l. 1. c. 4. Epiphan. in Panar. l. 1. n. 7.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • NITOCRIS — I. NITOCRIS Babyloniorum regina, Nabuchodonosoris, ut quidam volunt, uxor; mater Labineti, a Cyro pulsi, Morer. Euphratem fluv. qui mediam Babylonem rectus praeterfluebat, tortuosum reddidit, supraque pontem erexit trium stadiorum, difficillimum… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”