πατρο-φόνος

πατρο-φόνος

πατρο-φόνος, den Vater mordend; gew. subst. ὁ πατρ., der Vatermörder, Plat. Legg. IX, 869 b u. öfter, D. C. 73, 13, adj., χείρ, Aesch. Spt. 765; Eur. verbindet auch πατροφόνου μητρός, Or. 193.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • χριστοφόνος — ον, ΜΑ εκκλ. αυτός που σκότωσε τον Χριστό. [ΕΤΥΜΟΛ. < Χριστός + φόνος (< φόνος < θείνω «φονεύω»), πρβλ. πατρο φόνος] …   Dictionary of Greek

  • μητροφόντης — μητροφόντης, ὁ (Α) μητροφόνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μήτηρ, μητρός + φόντης (< θείνω «φονεύω» κατ επίδραση τού φόνος), πρβλ. ανδρο φόντης, πατρο φόντης] …   Dictionary of Greek

  • προφητοφόντης — ὁ, ΜΑ ο προφητοκτόνος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < προφήτης + φόντης (< θείνω «σκοτώνω», κατ επίδραση τού φόνος), πρβλ. πατρο φόντης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”