- παρ-έκαστα
παρ-έκαστα, richtiger getrennt geschrieben, von den VLL. ἑκάστοτε erkl., überall, immer, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρ-έκαστα, richtiger getrennt geschrieben, von den VLL. ἑκάστοτε erkl., überall, immer, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
στύμμα — (I) το, Ν [στύβω] ό,τι απομένει από στυμμένο φρούτο. (II) ύμματος, τὸ, Α [στύφω] 1. καθετί που χρησιμοποιείται για τη στερεοποίηση υλικών, ιδίως ύλη κατάλληλη για την πήξη ελαίων και μύρων προκειμένου να διατηρήσουν το άρωμά τους για μεγαλύτερο… … Dictionary of Greek
έκαστος — η, ο (AM ἕκαστος, η, ον) (επιμεριστική αντων.) (σε αντίθεση με το σύνολο) 1. ο κάθε ένας χωριστά, ένας ένας 2. φρ. α) στον πληθ. έκαστοι όλοι και ένας ένας χωριστά β) «καθ εκάστην» (ενν. ημέρα) καθημερινά γ) «τα καθ έκαστο» ή «τα καθ έκαστα» οι… … Dictionary of Greek