- ἀπο-σκορακίζω
ἀπο-σκορακίζω (ἐς κόρακας ἀποπέμπειν), Einen zum Henker, an den Galgen schicken, Plut. Symp. 9, 5, 1; Alciphr. 1, 38 u. Sp., wie Liban. progymn. myth. 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἀπο-σκορακίζω (ἐς κόρακας ἀποπέμπειν), Einen zum Henker, an den Galgen schicken, Plut. Symp. 9, 5, 1; Alciphr. 1, 38 u. Sp., wie Liban. progymn. myth. 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σκορακίζω — Α 1. αποπέμπω κάποιον με περιφρόνηση, τόν ξαποστέλνω με βρισιές 2. (γενικά) συμπεριφέρομαι περιφρονητικά και υβριστικά. [ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. «εκ συναρπαγής» από τη φρ. ἐς κόρακας (πρβλ. «[άι] στον κόρακα» βλ. λ. κόρακας)] … Dictionary of Greek
ἀπεσκορακίζοντο — ἀπό σκορακίζω bid imperf ind mp 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκορακίσθησαν — ἀπό σκορακίζω bid aor ind pass 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκιζε — ἀπό σκορακίζω bid imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκιζεν — ἀπό σκορακίζω bid imperf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκισαν — ἀπό σκορακίζω bid aor ind act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκισε — ἀπό σκορακίζω bid aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκισεν — ἀπό σκορακίζω bid aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκισται — ἀπό σκορακίζω bid perf ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀπεσκοράκιστο — ἀπό σκορακίζω bid plup ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πλεκώ — και σπλεκῶ, όω, Α έρχομαι σε σαρκική μίξη, συνουσιάζομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. πλεκῶ με σημ. «έρχομαι σε σαρκική μίξη» έχει σχηματιστεί πιθ. από το ουσ. πλέκος, ενώ ο τ. σπλεκῶ που παραδίδει ο Ησύχιος (απ όπου το ουσ. σπλέκωμα) έχει σχηματιστεί «εκ… … Dictionary of Greek