- μῡριονταδικός
μῡριονταδικός, die Zahl 10000 betreffend, Theo ad Ptolem. p. 23.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μῡριονταδικός, die Zahl 10000 betreffend, Theo ad Ptolem. p. 23.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μυριονταδικός — μυριονταδικός, ή, όν (Α) 1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή αρμόζει στη μυριάδα, στον, αριθμό δέκα χιλιάδες 2. φρ. α) «μυριονταδικὸς διπλούς» μονάδα δευτέρας τάξεως μυριάδων, δηλαδή 10. 0002 β) «μυριονταδικὸς τριπλούς» μονάδα τρίτης τάξεως… … Dictionary of Greek
μυριονταπλάσιος — μυριονταπλάσιος, ον (Α) μυριοπλάσιος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < μύριος, πιθ. μέσω αμάρτυρου *μυριοντάς, κατά το ἑκατονταπλάσιος (πρβλ. μυριονταδικός, μυριοντάκις)] … Dictionary of Greek