παρα-θερμαίνω

παρα-θερμαίνω

παρα-θερμαίνω, daneben, an der Seite erwärmen; τὴν ψυχήν, vom Wein, Ath. V, 185 e; u. übertr., LXX.; παραϑερμανϑείς, Aesch. 2, 157.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • παραχλιαίνω — Α θερμαίνω κάτι ελαφρά, τό κάνω χλιαρό τοποθετώντας το κοντά στη φωτιά («ἔλαιον παραχλιαίνειν παρὰ τὸ πῡρ», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + χλιαίνω «θερμαίνω ελαφρά»] …   Dictionary of Greek

  • θέρμανση — Διαδικασία με την οποία αυξάνεται η θερμοκρασία σωμάτων ή χώρων. Ανάλογα με το σύστημα παραγωγής της απαιτούμενης θερμότητας για τη θ., υπάρχουν διάφοροι τύποι θ.: με άνθρακα, πετρέλαιο, αέριο, όπου η θερμότητα παράγεται με την καύση· ηλεκτρική θ …   Dictionary of Greek

  • καταθέρω — (Α) ζεσταίνω πάρα πολύ. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + θέρω «θερμαίνω»] …   Dictionary of Greek

  • παραθερμαίνω — ΝΑ [παράθερμος] (νεο ελλ.) θερμαίνω πάρα πολύ, παραζεσταίνω αρχ. 1. φέρνω κάποιον σε διάθεση, σε κέφι, φαιδρύνω («οἶνος παραθερμαίνει τὴν ψυχήν», Αθήν.) 2. (για πρόσ.) γίνομαι ευερέθιστος («οὐ κατάσχοιμι τὴν ὕβριν ἀλλὰ παραθερμανθείς.... ἕλκοιμι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”