οἴνινος

οἴνινος

οἴνινος, von Wein, ὄξος, Weinessig, Archestrat. bei Ath. VII, 310 c.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • οίνινος — οἴνινος, ίνη, ον (Α) [οίνος] παρασκευασμένος από κρασί …   Dictionary of Greek

  • οἴνινος — of wine masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οἴνινον — οἴνινος of wine masc acc sg οἴνινος of wine neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οίνος — ο (ΑΜ οἶνος) 1. το οινοπνευματούχο ποτό που παράγεται από τη ζύμωση τού γλεύκους τών νωπών σταφυλιών, το κρασί (α. οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου», ΠΔ β. «άκρατος οίνος» ανέρωτο κρασί γ. «ρητινίτης οίνος») 2. το ποτό που παράγεται από τη ζύμωση …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”