οἰκο-νομικός

οἰκο-νομικός

οἰκο-νομικός, ή, όν, die Verwaltung des Hauses betreffend, sie verstehend; Plat. Alc. I, 133 e; Xen. Cyr. 2, 2, 14; neben πολιτικός, Mem. 4, 2, 11; vgl. 39; ἡ οἰκονομική, sc. τέχνη, die Kunst des Haushaltens u. Wirthschaftens, Plat. Polit. 259 c; τὰ οἰκονομικά, die Verwaltung des Vermögens, Xen. Cyr. 8, 1, 14; übh. Verwaltung, Leitung, bes. bei Sp., τοῦ πολέμου, Pol. 1, 4, 3 u. öfter, Einrichtung, φύσεως, 6, 9, 10; – ὁ οἰκονομικός, Schrift vom Haushalten, Xen., Arist.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • νομοτριβής — νομοτριβής, ές (Μ) έμπειρος νομικός, νομομαθής. [ΕΤΥΜΟΛ. < νόμος + τριβής (< τρίβω), πρβλ. οικο τριβής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”