λογό-δειπνον

λογό-δειπνον

λογό-δειπνον, τό, Wortschmaus oder gclehrtes Mahl, Ath. u. A.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • λογόδειπνον — λογόδειπνον, τὸ (Α) συμπόσιο λόγιων ανδρών («τοῡ λόγου οἰκονόμος Ἀθήναιος ἥδιστον λογόδειπνον εἰσηγεῑται», Αθήν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < λογο * + δείπνον (πρβλ. αριστό δειπνον, ψευδό δειπνον)] …   Dictionary of Greek

  • αν — (I) ἄν (Α) (επ. αιολ. και θεσσ. κε(ν), δωρ. και βοιωτ. κα) δυνητ. μόριο που χρησιμοποιείται με ρήματα, για να δηλώσει ότι κάτι υπάρχει ή συμβαίνει υπό ορισμένες περιστάσεις ή προϋποθέσεις παρουσιάζει ποικίλη χρήση και γι αυτό δεν είναι δυνατόν να …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”