- παρα-γραφίς
παρα-γραφίς, ίδος, ἡ, ein Werkzeug zum Schreiben, Poll. 4, 18. 10, 59.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παρα-γραφίς, ίδος, ἡ, ein Werkzeug zum Schreiben, Poll. 4, 18. 10, 59.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λευκογραφίς — λευκογραφίς, ίδος, ἡ (Α) 1. είδος πηλού χρήσιμου στη λευκογραφία 2. είδος μαλακού λίθου χρήσιμου για τη λεύκανση τών ρούχων, αλλ. μόροχθος. [ΕΤΥΜΟΛ. < λευκ(ο) * + γραφίς (< γραφή), πρβλ. παρα γραφίς, υπο γραφίς] … Dictionary of Greek
υπογραφίς — ίδος, ἡ, Α 1. η γραφίδα, η πένα, το εργαλείο τού γραφέα 2. είδος χειρουργικού εργαλείου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + γραφίς, ίδος (πρβλ. παρα γραφίς)] … Dictionary of Greek