- δια-κρανόω
δια-κρανόω, d. i. διακρηνόω, von κρήνη, hervorquellen lassen; πῶμα διεκρανώσατε Νύμφαι Theocr. 7, 154, was E. M. falsch auf κάρα zurückgeführt ist.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δια-κρανόω, d. i. διακρηνόω, von κρήνη, hervorquellen lassen; πῶμα διεκρανώσατε Νύμφαι Theocr. 7, 154, was E. M. falsch auf κάρα zurückgeführt ist.
http://www.zeno.org/Pape-1880.