- μιξ-άνθρωπος
μιξ-άνθρωπος, ὁ, mit Menschengestalt gemischt, Halbmensch, Themist. or. 23 p. 284 a.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μιξ-άνθρωπος, ὁ, mit Menschengestalt gemischt, Halbmensch, Themist. or. 23 p. 284 a.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μιξάνθρωπος — μιξάνθρωπος, ον (Α) αυτός που είναι κατά το ήμισυ άνθρωπος και κατά το ήμισυ θηρίο. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο) τού μίγνυμι* / μείγνυμι + ἄνθρωπος] … Dictionary of Greek
μιξόθηρος — μιξόθηρος, ον, αρσ. και μιξόθηρ, ηρος (Α) αυτός που είναι κατά το ένα ήμισυ θηρίο και κατά το άλλο άνθρωπος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο) τού μίγνυμι* / μείγνυμι + θηρος (< θήρ, θηρός), πρβλ. φιλό θηρος] … Dictionary of Greek