παππο-σπέρματα

παππο-σπέρματα

παππο-σπέρματα, τά, = πάππος 3), Saamen mit einer Federkrone, Theophr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • αγκινάρα — Φυτό ποώδες, πολυετές, της οικογένειας των συνθέτων, της ομοταξίας των δικοτυλήδονων, με βλαστό όρθιο, ισχυρό, κάπως πολυγωνικό, ύψους από 40 εκ. έως λίγο περισσότερο από ένα μέτρο. Η επιστημονική ονομασία της α. είναι κινάραησκόλυμνος. Έχει… …   Dictionary of Greek

  • παπποσπέρματα — τὰ, Α σπέρματα με πάππο, δηλ. με χνούδι. [ΕΤΥΜΟΛ. < πάππος + σπέρμα] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”