κομήτης

κομήτης

κομήτης, , der Behaarte, langes Haar Tragende; Ar. Nubb. 348 Lys. 661; κομήτης τούτου καὶ ὁ νεκρός Plat. Gorg. 524 c. – Uebertr., ἰὸς κομήτης, der befiederte Pfeil, Soph. Trach. 564; λειμών, die grasige Wiese (vgl. κόμη), Eur. Hipp. 210; ϑυρσὸς κισσῷ κομήτης Bacch. 1053. – Bes. sc. ἀστήρ, der Bartstern, Komet, Arist. Meteorl. 1, 6, Plut. Caes. 69 u. a. Sp. – S. auch nom. pr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Κομήτης — wearing long hair masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομήτης — wearing long hair masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομήτης — Ιδιόμορφο αστρικό σώμα, νεφελώδους σύστασης και απροσδιόριστων διαστάσεων. Οι κ. εμφανίζονται στον ουρανό ως λαμπροί αστέρες, ακολουθούμενοι από μια πολύ μακριά φωτεινή προέκταση. Στους κ. διακρίνονται συνήθως τρία χαρακτηριστικά μέρη: ο πυρήνας …   Dictionary of Greek

  • κομήτης — ο ουράνιο σώμα που εμφανίζεται κατά μακρά χρονικά διαστήματα και ακολουθείται από φωτεινή ουρά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κομῆτα — κομήτης wearing long hair masc voc sg κομήτης wearing long hair masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κόμητα — Κομήτης wearing long hair masc voc sg Κομήτης wearing long hair masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κομητᾶν — Κομήτης wearing long hair masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομητᾶν — κομήτης wearing long hair masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κομητέων — Κομήτης wearing long hair masc gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κομητέων — κομήτης wearing long hair masc gen pl (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κομητῶν — Κομήτης wearing long hair masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”