πρώων

πρώων

πρώων, ονος, ὁ, ep. gedehnt aus πρών, w. m. s.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πρώων — πρών foreland masc nom/voc sg (epic) πρώων masc nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώων — ονος, ὁ, Α (επικ. εκτεταμένος τ.) βλ. πρών …   Dictionary of Greek

  • πρῴων — πρώιος early fem gen pl πρώιος early masc/neut gen pl πρῴ̱ων , πρώιος early fem gen pl (attic) πρῴ̱ων , πρώιος early masc/neut gen pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρών — (I) ῶνος και ωνός και επικ. εκτεταμένος τ. πρώων και επικ. ασυναίρ. τ. πρηών, ῶνος και ποιητ. τ. πρεών, όνος, ὁ, Α 1. το προεξέχον τμήμα γης ή όρους και, ιδίως, λόφος που προεκτείνεται προς τη θάλασσα, ακρωτήριο 2. φρ. «Δελφὸς πρών» ο Παρνασσός.… …   Dictionary of Greek

  • πρώονας — πρών foreland masc acc pl (epic) πρώων masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώονες — πρών foreland masc nom/voc pl (epic) πρώων masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώονι — πρών foreland masc dat sg (epic) πρώων masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώονος — πρών foreland masc gen sg (epic) πρώων masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρώοσι — πρών foreland masc dat pl (epic) πρώων masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”