κηπο-τάφιον

κηπο-τάφιον

κηπο-τάφιον, τό, Grabmal im Garten, Inscr. S. Wolf's Museum I, 3 p. 538.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κοινοτάφιο — το (Α κοινοτάφιον) τάφος όπου θάβουν πολλούς μαζί, κοινός τάφος, κοινό μνήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοινός + τάφιον (< τάφος), πρβλ. κενο τάφιον, κηπο τάφιον] …   Dictionary of Greek

  • κροκοδιλοτάφιον — και κορκοδιλοτάφιον, τὸ (Α) τόπος ταφής ή τάφος ιερών κροκοδείλων. [ΕΤΥΜΟΛ. < κροκόδιλος + τάφιον (< τάφιος < τάφος), πρβλ. κενο τάφιον, κηπο τάφιον] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”