- προ-θύραιος
προ-θύραιος, vor der Thüre; τὰ προϑύραια = πρόϑυρα, H. h. Merc. 384; ἡ προϑυραία, Beiwort der Artemis, Orph. H. 1, 4.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προ-θύραιος, vor der Thüre; τὰ προϑύραια = πρόϑυρα, H. h. Merc. 384; ἡ προϑυραία, Beiwort der Artemis, Orph. H. 1, 4.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
FORES, a FORO — an quia foras aperiebantur, Serv. Priscorum enim aedes Fores habuêrunt, quae exterius atqueve in viam explicarentur: proin, non extrorsum solum annulum fer reum vel aeneum habuêrunt, Corvum sive Cornicem Iulio Polluci dictum, ut ex Plauto… … Hofmann J. Lexicon universale
θύρα — Άνοιγμα των εξωτερικών ή των εσωτερικών τοίχων ενός κτιρίου ή ενός τείχους, που επιτρέπει τη διάβαση ανθρώπων ή οχημάτων και συνήθως κλείνεται με ένα ή περισσότερα θυρόφυλλα. Στην αρχαιότητα η θ. ήταν χώρος ιερός ή μαγικός, γι’ αυτό και οι θ. των … Dictionary of Greek