κατά-χαρμα

κατά-χαρμα

κατά-χαρμα, τό, Schadenfreude, ἐχϑροῖς, den Feinden ein Gegenstand schadenfrohes Hohns, Theogn. 1103.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • τζόγια — η, ΝΜ στεφάνι από πλεγμένα άνθη, από όπου κρεμούσαν γύρω γύρω χρυσά νομίσματα, και τό προσέφεραν ως γαμήλιο δώρο στη νύφη κατά τους βυζαντινούς χρόνους και, κατά την εποχή μας, στην Κρήτη νεοελλ. 1. χάρμα οφθαλμών («σωστή τζόγια είσαι με αυτό το… …   Dictionary of Greek

  • χαίρω — ΝΜΑ, και μέσ. χαίρομαι Ν 1. αισθάνομαι χαρά, είμαι χαρούμενος (α. «χαίρω πολύ» β. «οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δὲ τῇ ἀληθείᾳ», ΚΔ γ. «χαίρω δὲ καὶ αὐτὸς θυμῷ, ἐπεὶ δοκέω νικησέμεν Ἕκτορα δῑον», Ομ. Ιλ.) 2. (η προστ. β προσ. ενεστ.) χαίρε,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”