κατά-τεχνος

κατά-τεχνος

κατά-τεχνος, kunstvoll; κίνημα κατατεχνότατον Philodem. 21 (V, 132), verkünstelt; Ar. Av. 920; λόγος Plut. de prof. virt. p. 252.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κατατηξίτεχνος — κατατηξίτεχνος, ον (Α) (ως επίθ. τού Καλλιμάχου) αυτός που δεν εργάζεται καλά, που εξευτελίζει την τέχνη του. [ΕΤΥΜΟΛ. Αν η γρφ. δεν είναι λανθασμένη, πρόκειται για σύνθ. τού τύπου τερψί μβροτος < κατα τηξι (< κατα τήκω με μεταφορική σημ.… …   Dictionary of Greek

  • πολύτεχνος — Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν σύζυγος της Αηδόνας, η οποία καυχήθηκε ότι ήταν περισσότερο ευτυχισμένη από την Ήρα επειδή ζούσε αρμονικότερα με τον άντρα της από ό,τι η θεά με τον Δία. * * * η, ο/πολύτεχνος, ον, ΝΑ επιδέξιος ή ασκημένος σε πολλές… …   Dictionary of Greek

  • υπέρτεχνος — ον, Α (κατά τον Ησύχ.) εξαιρετικά σπουδαίος ή υπερβολικά έντεχνος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ * + τεχνος (< τέχνη), πρβλ. ἔν τεχνος] …   Dictionary of Greek

  • χειρότεχνος — ὁ, Α ο χειροτέχνης. επίρρ... χειροτέχνως Α χειροτεχνικῶς*, με τα χέρια. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού χειροτέχνης, κατά τα σύνθ. σε τεχνος (< τέχνη), πρβλ. κακό τεχνος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”