κατά-πεισις

κατά-πεισις

κατά-πεισις, , das Ueberreden, Hdn. epimer. 160.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πάσχω — ΝΜΑ και πάσκω, Ν 1. υφίσταμαι την επενέργεια κάποιου, υπόκειμαι σε κάτι, σε αντιδιαστολή προς το ποιώ και το πράττω («πολλὰ μέν... πείσεσθαι, πολλὰ δὲ ποιήσειν», Ηρόδ.) 2. κατέχομαι από ασθένεια, είμαι άρρωστος (α. «χρόνια τώρα πάσχει από το… …   Dictionary of Greek

  • συμβίβασις — άσεως, ἡ, ΜΑ [συμβιβάζω] συμβιβασμός, συνδιαλλαγή, συμφιλίωση αρχ. 1. συμφωνία, συνένωση 2. προσφορά για συνδιαλλαγή 3. (κατά τον Ησύχ.) α) «πεῑσις, πίστις» β) «διδαχή, διδασκαλία» …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”