κατα-δρέπω

κατα-δρέπω

κατα-δρέπω, abpflücken, Her. 8, 115 τῶν δένδρων τὰ φύλλα.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • καρπός — I (Βοτ.). Το προϊόν στο οποίο μεταμορφώνεται, μετά τη γονιμοποίηση, η ωοθήκη του άνθους. Το γονιμοποιημένο ωοκύτταρο εξελίσσεται σε έμβρυο, οι σπερματικοί χιτώνες που το περιβάλλουν σχηματίζουν το σπερματικό περίβλημα και ολόκληρη η σπερματική… …   Dictionary of Greek

  • κρώπιον — και στον Ησύχ. κρώβιον, τὸ (Α) 1. δρέπανο 2. (κατά τον Ησύχ.) «ἀξίνη δίστομος». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. κρώπιον προέρχεται πιθ. < *κρώψ και ανάγεται στην εκτεταμένηετεροιωμένη βαθμίδα *(s)krō p τής ΙΕ ρίζας *(s)kre p , που αποτελεί παρεκτεταμένη (με… …   Dictionary of Greek

  • χεδροπά — τα, ΝΑ νεοελλ. βοτ. τα χεδρωπά αρχ. 1. τα ελλοβόκαρπα φυτά και, ειδικότερα, ο καρπός τους, τα όσπρια 2. (κατά τον Ησύχ.) «ὄσπριον τι oἱ δὲ πανσπερμίαν». [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η σύνδεση τής λ. με το ρωσ. goroch «μπιζέλι» δεν θεωρείται πιθανή,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”