- κατ-επιτήδευμα
κατ-επιτήδευμα, τό, ein gesuchter Ausdruck, Rhett., wie Longin. de Sublim. 30, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατ-επιτήδευμα, τό, ein gesuchter Ausdruck, Rhett., wie Longin. de Sublim. 30, 1.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
начинаниѥ — НАЧИНАНИ|Ѥ (73), ˫А с. 1.Действие по гл. начинати в 1 знач.: по коѥиждо ѹставлѥнѣ слѹжьбѣ и дѣлѹ начи||нанию положи же ѹбо заповѣди написаны. (ἐγχείρησιν) ЖФСт XII, 79 об.–80; и елиньскыихъ начинании вьсѧ вьсьде отъ цр҃кве. отъмѣтати. заповѣдаѥмъ … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
μελέτη — I Θεότητα της ελληνικής μυθολογίας. Ήταν μία από τις τρεις Μούσες, σύμφωνα με την πρώτη τους διαίρεση. Είναι επίσης γνωστή και ως Μελετώσα. Οι τρεις Μούσες ονομάζονταν Αοιδή, Μ. και Μνήμη ή Μούσα θεά ή Υμνώ. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, οι Μούσες… … Dictionary of Greek
ρυθμίζω — ῥυθμίζω ΝΜΑ [ῥυθμός] 1. προσδίδω σε κάτι ρυθμό, συμμετρία ή κανονικότητα ή και ενεργώ με τέτοιο τρόπο, ώστε να κινείται ή να λειτουργεί κάτι με ρυθμό (α. «ρυθμίζω την ταχύτητα τών μηχανών» β. «περιόδους ῥυθμίζειν», Πλούτ.) 2. (κατ επέκτ.)… … Dictionary of Greek
τέχνη — Σε γενική έννοια, τ. ονομάζεται κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα που, χρησιμοποιώντας διάφορες γνώσεις, τις εφαρμόζει για την πραγματοποίηση ενός ορισμένου σκοπού. Η εκδοχή αυτή περικλείει με τη σειρά της 3 ξεχωριστές έννοιες του όρου: την αισθητική… … Dictionary of Greek