- κατα-φιλέω
κατα-φιλέω, abküssen, zärtlich küssen; Xen. Cyr. 7, 5, 32 Mem. 2, 6, 33; Sp., Pol. 15, 1, 7, Plut. Alex. 67; vgl. B. A. 115, 22.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατα-φιλέω, abküssen, zärtlich küssen; Xen. Cyr. 7, 5, 32 Mem. 2, 6, 33; Sp., Pol. 15, 1, 7, Plut. Alex. 67; vgl. B. A. 115, 22.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τελώ — τελῶ, έω, ΝΜΑ, και επικ. τ. τελείω Α 1. εκτελώ, επιτελώ, ενεργώ, διενεργώ (α. «θα τελέσουν τους γάμους του στον ιερό ναό τού Αγίου Δημητρίου» β. «τὰ δ ἱερὰ νύκτωρ ἤ μεθ ἡμέραν τελεῑς;», Ευρ.) 2. (στον παθ. παρακμ. ως τριτοπρόσ.) τετέλεσται!… … Dictionary of Greek