- κατ-ωμοσία
κατ-ωμοσία, ἡ, Schwur oder eidliches Zeugniß wider Einen, Her. 6, 65, Eid, den der Kläger bei der Anklage leistet.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατ-ωμοσία, ἡ, Schwur oder eidliches Zeugniß wider Einen, Her. 6, 65, Eid, den der Kläger bei der Anklage leistet.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υπωμοσία — η / ὑπωμοσία, ΝΜΑ (στην αρχ. Αθήνα) 1. όρκος, τον οποίο έπαιρναν στο δικαστήριο όσοι ήθελαν την αναβολή τής εκδίκασης μιας υπόθεσης 2. (κατ επέκτ.) αίτηση αναβολής ή διακοπής τής δίκης, που γινόταν με ένορκη βεβαίωση ότι συνέτρεχε σοβαρός λόγος 3 … Dictionary of Greek