- κωμίδιον
κωμίδιον, τό, dim. von κώμη, Dörfchen, Zon.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κωμίδιον, τό, dim. von κώμη, Dörfchen, Zon.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κωμίδιον — κωμίδιον, τὸ (Μ) [κώμη] μικρή κώμη … Dictionary of Greek
κώμη — Ονομασία έξι οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 720 μ., 97 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μαντινείας του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στο βόρειο άκρο του νομού, 43 χλμ. ΒΔ της Τρίπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λεβιδίου. 2. Ημιορεινός οικισμός… … Dictionary of Greek