- βροτο-κτόνος
βροτο-κτόνος, Menschen tödtend, ϑυσίαι Eur. I. T. 384; Ares Orph. H. 64; κράνεια Anyt. 1 (VI, 123).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βροτο-κτόνος, Menschen tödtend, ϑυσίαι Eur. I. T. 384; Ares Orph. H. 64; κράνεια Anyt. 1 (VI, 123).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
θυμοκτόνος — θυμοκτόνος, ον (Α) αυτός που σκοτώνει την ψυχή, αυτός που φθείρει την ψυχή. [ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο * + κτόνος (< κτείνω), πρβλ. βροτο κτόνος, θηρο κτόνος] … Dictionary of Greek
ιποκτόνος — ἰποκτόνος ον (Α) (επίθ. τού Ηρακλή στις Ερυθρές) αυτός που φονεύει τα σκουλήκια τα οποία καταστρέφουν τα αμπέλια. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἴψ, ἰπός σαράκι» + κτόνος (< κτείνω), πρβλ. βροτο κτόνος, οφιο κτόνος] … Dictionary of Greek
κορεοκτόνος — ο αυτός που σκοτώνει τους κοριούς («κορεοκτόνο φάρμακο»). [ΕΤΥΜΟΛ. < κορέος + κτόνος (< κτείνω), πρβλ. βροτο κτόνος, εντομο κτόνος. Η λ. μαρτυρείται από το 1889 στο περιοδικό Φοίβος] … Dictionary of Greek