- φαλαρίζω
φαλαρίζω, grausam sein, wie der Tyrann Phalaris, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φαλαρίζω, grausam sein, wie der Tyrann Phalaris, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φαλαρίζω — Α [Φάλαρις] είμαι σκληρός, συμπεριφέρομαι με σκληρότητα, όπως ο Φάλαρις, τύραννος τού Ακράγαντος τής Σικελίας, που ήταν γωστός για την σκληρότητά του … Dictionary of Greek
φαλαρισμός — ὁ, Α [φαλαρίζω] σκληρότητα, όπως αυτή τού γνωστού για την απανθρωπιά του Φαλάριδος, τυράννου τού Ακράγαντος τής Σικελίας … Dictionary of Greek