- τῑμό-θεος
τῑμό-θεος, Gott ehrend, wohl nur nom. pr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τῑμό-θεος, Gott ehrend, wohl nur nom. pr.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… … Dictionary of Greek