προ-σκήνιον

προ-σκήνιον

προ-σκήνιον, τό, 1) eigtl. Vorderzelt, Eingang ins Zelt, LXX. – 2) gew. Vorderbühne, proscenium, der vordere Theil der Bühne, wo die Schauspieler auftreten, sonst λογεῖον; Suid. erkl. aus Pol. τὸ πρὸ τῆς σκηνῆς προπέτασμα, Coulisse (?); vgl. Ath. XII, 536 a, ἐγράφετο ἐπὶ τοῦ προσκηνίου ἐπὶ τῆς οἰκουμένης ὀχούμενος; die Bühne ist es Pol. 30, 13, 4, στήσας αὐλητὰς ἐπὶ τὸ προσκήνιον; Plut. Lycurg. 6, προσκήνια ϑεάτρων, mit künstlicher Arbeit verziert.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • προσκήνιο — το / προσκήνιον, ΝΑ, και δωρ. τ. προσκάνιον Α (στο αρχ. θέατρο) το πρόσθιο μέρος τού θεάτρου όπου δρούσαν οι ηθοποιοί, το λογεῑον* νεοελλ. 1. το πρόσθιο τμήμα τής σκηνής θεάτρου ή το μέρος που βρίσκεται ανάμεσα στην αυλαία και την ορχήστρα 3. μτφ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”