προς-άντης

προς-άντης

προς-άντης, ες, 1) steil hinangehend, schroff; κέλευϑος, Pind. I. 2, 33; Plat. Phaedr. 230 c; ἀνάβασις, Pol. 1, 55, 9. – 2) rauh, schwer, lästig, widerstrebend, feindselig, adversus, λόγος, Her. 7, 160; κεῖνό μοι μόνον πρόςαντες, Eur. Or. 788, öfter; τινός, Plat. Legg. V, 746 c, εἰ μή τι Μεγίλλῳ πρόςαντες, unbequem, III, 702, d; schwierig. unangenehm, Arist. Eth. 1, 6, 1; καὶ ἀντίτυπος. Alcidam. sophist. p. 674, 14. Sp., wie Plut. u. Luc. – Adv., προςάντως ἀκούειν, ungern, mit Widerstreben oder Erbitterung hören, D. Sic. 14, 1 u. a. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κατάντης — ες (Α κατάντης, κάταντες) νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα κατάντη τα προς τα κάτω μέρη («τα κατάντη τού ποταμού» τα μέρη τού ποταμού που βρίσκονται προς τις εκβολές) αρχ. 1. κατωφερής, απόκρημνος, επικλινής («το δ ἄλλο στράτευμα... ἐν τῷ… …   Dictionary of Greek

  • ανάντης — ες (Α ἀνάντης) ανηφορικός, ανοδικός, απότομος (αντίθ. κατάντης) νεοελλ. αυτός που προκαλεί δυσκολίες, αντίξοος, αντίθετος, δύσκολος, δυσμενής μσν. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἄναντες, η δυσκολία αρχ. αυτός που βρίσκεται στο ύψιστο σημείο «πρὸς τὸ ἄναντες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”