σκαφίς — bowl fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίς — ίδος, ἡ, Α 1. μικρή σκάφη, σκαφίδι 2. μικρό πλοίο, βαρκάκι 3. μικρό σκεύος, λεκάνη ή κάδος 4. μικρό δοχείο που μνημονευόταν μεταξύ τών σκευών τού σιτοποιού, τού μυλωνά 5. σκεύος για ποτό ή για μέτρημα 6. είδος μαγειρικού σκεύους 7. αγγείο για… … Dictionary of Greek
Скафис — (σκαφίς, σκάφη) одна из древнейших конструкций солнечных часов (см.). Над каменной или медной чашкой (пустым полушарием) подвешивался шарик, тень которого скользила по внутренней поверхности чашки. Здесь нанесены были деления, указывавшие время… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
σκαφίδα — σκαφίς bowl fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδας — σκαφίς bowl fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδες — σκαφίς bowl fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδεσσι — σκαφίς bowl fem dat pl (epic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδι — σκαφίς bowl fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδος — σκαφίς bowl fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίδων — σκαφίς bowl fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σκαφίσι — σκαφίς bowl fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)