σύν-ηλυς

σύν-ηλυς

σύν-ηλυς, υδος, ὁ, ἡ, mitgehend, zusammenkommend, Sp., wie Nonn.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κάτηλυς — κάτηλυς, ήλυδος, ό, ἡ (Α) 1. αυτός που κατέρχεται, κατερχόμενος 2. κατηφορικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) * + ηλυς (< θ. ελυθ συνεσταλμένη βαθμίδα τής ρίζας ελευθ τού ἐλεύθω «έρχομαι») το η είναι προϊόν «εκτάσεως εν συνθέσει» (πρβλ. έπ ηλυς, σύν… …   Dictionary of Greek

  • σύνηλυς — υδος, ὁ, ἡ, ΜΑ 1. αυτός που έρχεται ή πορεύεται μαζί με άλλον 2. (κατ επέκτ.) αυτός που συγκεντρώνεται στο ίδιο σημείο με κάποιον άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ηλυς (< θ. εληθ , συνεσταλμένη βαθμίδα τής ρίζας ελευθ , πρβλ. ἐλεύσομαι, μελλ. τού ρ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”