- συγ-κατα-κτείνω
συγ-κατα-κτείνω (s. κτείνω), mit od. zugleich tödten; συγκατακτὰς βοτὰ καὶ βοτῆρας, Soph. Ai. 226, συγκατέκτανον, Eur. Or. 1089.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συγ-κατα-κτείνω (s. κτείνω), mit od. zugleich tödten; συγκατακτὰς βοτὰ καὶ βοτῆρας, Soph. Ai. 226, συγκατέκτανον, Eur. Or. 1089.
http://www.zeno.org/Pape-1880.